Δυο μόλις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αρσένης έκανε την πρώτη του έκθεση σε μια κακή συγκυρία: μετά από πολύ καιρό, το 1981 ήταν η πρώτη χρονιά που το ΑΕΠ κατέγραψε μείωση, έστω και μικρή (-0,2%). Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός άγγιξε το 25% και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών χτύπησε κόκκινο. Ο διοικητής κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις (εμμέσως δε και τον προκάτοχό του) ότι επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους στην εξουδετέρωση των συμπτωμάτων του πληθωρισμού αντί να καταπολεμήσουν τα αίτιά του και κάλεσε την κυβέρνηση του ΠαΣοΚ να ακολουθήσει συνεπή αντιπληθωριστική πολιτική. Και όμως, ο ίδιος ο Αρσένης ήταν που μέχρι πριν λίγο καιρό επέβλεπε το οικονομικό πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης, βάσει του οποίου στα τέλη του 1981 χορηγήθηκαν τεράστιες αυξήσεις (35% κατά μέσο όρο) στους κατώτερους και χαμηλούς μισθούς, βάσει των περίφημων "διορθωτικών ποσών", κάτι που οδήγησε σε άμεση εκρηκτική άνοδο του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών.
Στις 5 Ιουλίου 1982, ο Γεράσιμος Αρσένης ανέλαβε και το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου εθνικής οικονομίας, συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του δυο ιδιότητες οι οποίες θεωρούνται ασυμβίβαστες στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Έτσι, σηματοδοτήθηκε η απόλυτη συμπόρευση της ΤτΕ με την κυβερνητική οικονομική πολιτική.
Ως υπουργός εθνικής οικονομίας, ο Αρσένης έψαχνε λόγους να καμαρώνει αλλά δεν έπειθε. Για παράδειγμα, επιχείρησε να πείσει ότι τα πράγματα πάνε καλά, επειδή την ύφεση -0,2% του 1981 την διαδέχτηκε μια αναιμική αύξηση 0,2%. Επίσης, εκτίμησε ως θετική την πτώση του πληθωρισμού στο 21% (έναντι 24,5% του 1981), παρ' ότι όλη η Ευρώπη πορευόταν με μονοψήφια ποσοστά. Εν πάση περιπτώσει, και ως υπουργός οικονομίας και ως διοικητής της ΤτΕ, ο Αρσένης είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μπορούσαν να λυθούν άμεσα, με συνέπεια να αρχίσει τάχιστα μια ραγδαία ανάπτυξη.
Εννοείται ότι για όλο το χρονικό διάστημα που ο Αρσένης παρέμεινε ως "τσάρος της οικονομίας", δεν έχει νόημα να μιλάμε για τα έργα και την πολιτική τής Τράπεζας της Ελλάδος, εφ' όσον το ίδρυμα ήταν υποταγμένο πλήρως στην κυβέρνηση. Έτσι, σε όλη αυτή την περίοδο, το μόνο που έκανε η ΤτΕ ήταν να φροντίζει για την εξυπηρέτηση των οικονομικών κυβερνητικών σχεδίων. Για παράδειγμα:
(α) Έδινε ανάσες στις κρατικές τράπεζες, μέσω αναχρηματοδοτήσεων, πιστώσεων και παρατάσεων. Ανάμεσά τους, πρώτη και καλύτερη η Αγροτική και από δίπλα η Εθνική Κτηματική, η Τράπεζα Υποθηκών, η Τράπεζα Επενδύσεων, η ΕΤΕΒΑ, η Γενική, η ΕΤΒΑ κλπ
(β) Στήριζε κρατικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, προσφέροντάς τους πιστώσεις και, κυρίως, παρατάσεις εξόφλησης των δανείων τους. Μεταξύ αυτών ήταν η Εθνοκτηματική (θυγατρική της Εθνικής Κτηματικής), η ΠυρΚαλ, η Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Υδάτων, η Κεντρική Υπηρεσία Διαχείρισης Εγχώριας Παραγωγής (ΚΥΔΕΠ), η Κοινοπραξία Συνεταιριστικών Οργανώσεων Σουλτανίνας (ΚΣΟΣ), ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός (ΑΣΟ), η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ) κλπ.
(γ) Κατά πρωτοφανή τρόπο, η ΤτΕ ενέκρινε πιστώσεις ακόμη και για ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ως η πλέον χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση θεωρείται η απόφαση της 28/4/1982 για χρηματοδότηση της Νεστλέ με 1,5 δισ. δραχμές.
(δ) Με βάση την κυβερνητική άποψη ότι "η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ επέτρεψε την ανεμπόδιστη είσοδο των κοινοτικών προϊόντων στην ελληνική αγορά και έκανε περισσότερο εμφανή τη διαφορά στην παραγωγικότητα" αλλά και την κυβερνητική απόφαση για "λήψη μέτρων προστασίας των κλάδων που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες μετά την ένταξη", η ΤτΕ χρηματοδοτούσε αφειδώς γεωργικές επιχειρήσεις: Μύλοι Θράκης, Ουζουνόπουλος, Εκκοκκιστήρια Μακεδονίας, Καπετανάκης, Μελισσείδης, Αλλαμανής, Πετρίδης, Πετρόπουλος... Αυτή η τακτική κράτησε μέχρι το 1985, αν και ακόμη και το 1988 καταγράφονται δυο-τρεις σοβαρές χρηματοδοτήσεις, μεταξύ των οποίων εκείνη της Reemtsma (καπνά).
Για να ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο, επιβάλλεται να σημειώσουμε και την καινούργια αρμοδιότητα που ανατέθηκε στην τράπεζα: την χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων των ενόπλων δυνάμεων.
Καθώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης άρχισε να ετοιμάζει τον προϋπολογισμό του 1984, έγινε σαφές ότι "το πράγμα δεν έβγαινε". Ο πληθωρισμός δεν έλεγε να υποχωρήσει, η ανάπτυξη δεν έλεγε να έρθει, το ισοζύγιο πληρωμών δεν έλεγε να συνέλθει. Κι από δίπλα, το δημόσιο χρέος είχε σκαρφαλώσει στο 23,8% του ΑΕΠ (8,1 δισ. δολλάρια) από το 10,5% του 1978. Στις 20 Φεβρουαρίου 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να περιορίσει τον Αρσένη στα υπουργικά του καθήκοντα και να τοποθετήσει στην διοίκηση της ΤτΕ τον μέχρι τότε Α' υποδιοικητή Δημήτρη Χαλικιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου